ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΦΤΑΝΟΥΝ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ
Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στην δημοτική εφημερίδα "Πόλις", τεύχος 6, Ιανουάριος- Φεβρουάριος 2017.
«Η κατάσταση αυτών των ανθρώπων κατά την άφιξή τους στην Ελλάδα ήταν απερίγραπτα αξιοθρήνητη. Είχαν επιβιβαστεί βιαστικά σε κάθε είδους πλεούμενο και είχαν στριμωχτεί τόσο πολύ, ώστε πολλές φορές είχαν χώρο μόνο για να στέκονται όρθιοι στο κατάστρωμα. Εκεί ήταν εκτεθειμένοι εναλλακτικά στον καυτερό ήλιο και την ψυχρή βροχή του ασταθούς κλίματος του Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου. [...] Δεν είχαν ούτε νερό να πιουν ούτε τροφή να φάνε και τα πλοία θαλασσοδέρνονταν αρκετές ημέρες πριν μπορέσουν ν’ αποβιβάσουν το ανθρώπινο φορτίο τους στην ξηρά. [...] Αποβιβάστηκαν στις ακτές χωρίς στέγη, με τον πυρετό να τους τυραννάει, χωρίς κουβέρτες, χωρίς καν ζεστά ρούχα, χωρίς τροφή και χωρίς χρήματα».1
Η περιγραφή του Henry Morgenthau, πρώτου προέδρου της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων αποτυπώνει τον αριθμό και την κατάσταση των προσφύγων που έφτασαν στο λιμάνι του Πειραιά και στα υπόλοιπα λιμάνια της Ελλάδας το φθινόπωρο του 1922.
Το λιμάνι του Πειραιά αποτέλεσε το κύριο σημείο εισόδου των προσφύγων. Από την 1 έως τις 30 Σεπτεμβρίου του 1922 προσέδεσαν σε αυτό τριανταπέντε ατμόπλοια και ένα υπερωκεάνιο, με επιβάτες περισσότερους από 40.000 πρόσφυγες. Στο Πειραιά, δεν αποβιβάστηκαν μόνο όσοι εγκαταστάθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής, αλλά και πλήθος προσφύγων που μετακινήθηκε προς άλλους προορισμούς. Στο λιμάνι και στην πόλη του Πειραιά δημιουργήθηκε ένας ατελείωτος καταυλισμός όπου χιλιάδες άνθρωποι παρέμειναν για μέρες, βδομάδες ή μήνες, προσωρινά φιλοξενούμενοι σε επιταγμένα καταλύματα ή άστεγοι σε πρόχειρα υπόστεγα κατά μήκος της παραλιακής λεωφόρου και στα προαύλια ναών, σχολείων και δημοτικών κτιρίων. Ο χώρος γύρω από το λιμάνι του Πειραιά, από την Ηετιώνεια Ακτή έως το Βασιλικό Περίπτερο –κυρίως ο Σταθμός Λαρίσης, η πλατεία Καραϊσκάκη, η ακτή Τσελέπη– τα προαύλια ναών και σχολείων, οι πλατείες και οι ελεύθεροι χώροι φιλοξένησαν μεγάλους αριθμούς προσφύγων.
Οι συνθήκες στέγασης και υγιεινής των προσφύγων χειροτέρευαν καθώς ο αριθμός τους αυξανόταν. Οποιαδήποτε προσπάθεια μετακίνησής τους συνοδευόταν από την άφιξη ακόμα περισσότερων. Ο Γενικός Διοικητής του Υπουργείου Περιθάλψεως, μαζί με κλιμάκιο υπαλλήλων, επόπτευαν την εγκατάσταση των προσφύγων στον Πειραιά και τη μεταφορά των ασθενών στα νοσοκομεία. Ο μεγάλος αριθμός των προσφύγων –σύμφωνα με το Ελεύθερο Βήμα 15.000 άνθρωποι βρίσκονταν στην πόλη στις 5 Σεπτεμβρίου– και οι συνεχείς αφίξεις δεν επέτρεπαν τη διαμονή στο λοιμοκαθαρτήριο. Οι πρόσφυγες αποβιβάζονταν στο λιμάνι, εγκαθίσταντο προσωρινά στον χώρο που τους υποδεικνυόταν και στη συνέχεια εξετάζονταν από γιατρό. Όσοι χρειάζονταν νοσηλεία ή ειδική φροντίδα μεταφέρονταν στα νοσοκομεία που σύντομα δεν επαρκούσαν. Για να καλυφθούν, έστω και προσωρινά, οι ανάγκες δημιουργήθηκαν αυτοσχέδια ιατρεία, που όμως δεν επαρκούσαν για να αντιμετωπιστεί το θέμα της περίθαλψης.
1. Henry Morgenthau, Η αποστολή μου στην Αθήνα 1922 το έπος της εγκατάστασης, Αθήνα 1994, σελ. 87- 88